Μετά από πολιορκία πέντε μηνών, στη διάρκεια του μεγάλου αλλά σύντομου Ρωσο-Ιαπωνικού πολέμου, ο Ρώσος στρατηγός Στέσσελ αποφασίζει να παραδώσει τον σημαντικό ναύσταθμο του Πορτ Άρθουρ -στα κινεζικά παράλια- στους Ιάπωνες.
Ο πόλεμος Ρωσίας και Ιαπωνίας στο έδαφος της κορεατικής χερσονήσου και στην επικράτεια της Μαντζουρίας έλαβε χώρα καθώς οι δύο ανερχόμενες δυνάμεις αποφάσισαν να συγκρουστούν με έπαθλο τις πλούσιες σε πρώτες ύλες κινεζικές αυτές επαρχίες. Η πρώτη πράξη της σύγκρουσης έλαβε χώρα στο Πορτ Άρθουρ που έμελλε να φιλοξενήσει και την τελευταία πράξη του δράματος.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 20 Ιουνίου 1900: “Μάχη των Ξένων Διπλωματικών Αποστολών” στο Πεκίνο
Tο λιμάνι του Πορτ Άρθουρ (Port Arthur) είχε στρατηγική σημασία καθώς ήταν ένας καλά προστατευμένος όρμος στο Λιαντόνγκ της Μαντζουρίας, που μπορούσε να φιλοξενήσει πλοία μεγάλου βυθίσματος ήδη από την εποχή των πολέμων του Οπίου, στα μέσα του 19ου αιώνα. Το 1894, η πόλη και το λιμάνι καταλήφθηκαν από τον ιαπωνικό στρατό, που υποχωρούσε μετά την ήττα του από τις κινεζικές δυνάμεις (Σινο-Ιαπωνικός πόλεμος του 1894-1895). Η Ιαπωνία ήθελε να κρατήσει το λιμάνι αλλά η συμπεριφορά των Ιαπώνων στρατιωτών, που εκτέλεσαν μαζικά αιχμαλώτους και πολίτες μπαίνοντας στην πόλη τους εξέθεσε, οπότε με ισχυρή πίεση Γάλλων, Ρώσων και Βρετανών, αναγκάστηκαν να το επιστρέψουν στην Κίνα.
Την επαύριο κι όλας ξεκίνησε μια έντονη ρωσική οικονομική και πολιτική διείσδυση στην περιοχή, σημάδι πως οι Ρώσοι είχαν βλέψεις μακροχρόνιες για το λιμάνι αυτό του Ειρηνικού. Η διείσδυση εντάθηκε μετά την επέμβαση των αποικιακών δυνάμεων το 1900-1902 κατά την επανάσταση των Μπόξερ στην Κίνα. Με την κατάπνιξη της επανάστασης τα ρωσικά στρατεύματα αρνήθηκαν να φύγουν και σταδιακά προσάρτησαν de facto το λιμάνι.
Το 1904 ήρθε η σειρά της Ιαπωνίας να το διεκδικήσει εκ νέου. Ο Ρωσο-Ιαπωνικός πόλεμος του 1904-1905 είχε ήδη καταγράψει σημαντικές νίκες της Ιαπωνίας έναντι της Ρωσίας στην Άπω Ανατολή. Μετά την καταστροφή του ρωσικού στόλου του Ειρηνικού, τα εναπομείναντα πλοία αποκλείστηκαν με ναρκοπέδια στον προστατευμένο ναύσταθμο του Πορτ Άρθουρ και αποδεκατίστηκαν από τα πυρά των Ιαπώνων από παρακείμενους λόφους. Παρά το γεγονός ότι θεωρείτο το καλύτερα οχυρωμένο λιμάνι στον κόσμο, με εργασίες να έχουν αναληφθεί ήδη από το 1890 από την γερμανική Krupp και έχοντας ενισχυθεί από ξηράς και θάλασσας από τους Κινέζους, Ιάπωνες και Ρώσους διαδοχικά, η ιαπωνική πίεση γινόταν όλο και περισσότερο αισθητή.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 17 Ιουνίου 1900: Μάχη του οχυρού Τάκου, οι Μεγάλες Δυνάμεις εισβάλουν στην Κίνα
Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του από το καλοκαίρι του 1904, η σύγκρουση εξελίχθηκε σε έναν αγώνα χαρακωμάτων και προστατευμένων πολυβολείων, ισχυρών συγκεντρώσεων πολιορκητικού πυροβολικού, συρματοπλεγμάτων. Μια μορφή σύγκρουσης που θεωρείται πρόδρομος του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου στο Δυτικό Μέτωπο δέκα χρόνια μετά.
Μετά την απώλεια μιας σειράς οχυρών μέσω υπονομεύσεων, ο Ρώσος στρατηγός Στέσσελ ενημέρωσε τον έκπληκτο Ιάπωνα στρατηγό Νόγκι, ότι παρέδιδε τα οχυρά, τη φρουρά και την πόλη με τον πολύτιμο ναύσταθμο. Η απόφαση του Στέσσελ πάρθηκε χωρίς να ενημερώσει τον Τσάρο, τα προϊστάμενα κλιμάκια ή το ίδιο του το επιτελείο και είχε πολλαπλά αποτελέσματα: Ο Ιαπωνικός στρατός κέρδισε ένα σημαντικό έπαθλο ενώ η Ρωσία απώλεσε την ισχυρότερη βάση της στον Ειρηνικό.
Η παράδοση θεωρήθηκε σχεδόν θεόσταλτο δώρο για τους Ιάπωνες που είχαν απωλέσει 80.000 άνδρες από τις μάχες και τις ασθένειες επί 200.000 περίπου, ενώ η ρωσική αντίσταση αναμενόταν ακόμα να συνεχιστεί. Ο Στέσσελ κατηγορήθηκε για προδοσία και ανανδρία και δικάστηκε από στρατοδικείο που τον καταδίκασε αλλά έλαβε χάρη αργότερα. Οι επιπτώσεις της παράδοσης ήταν πολύ σημαντικές καθώς οι 120.000 άνδρες του Νόγκι μπόρεσαν να ενωθούν με τις υπόλοιπες ιαπωνικές δυνάμεις και να κατανικήσουν αργότερα τους Ρώσους στο Μούκδεν.