Καθελκύεται στα Ναυπηγεία Ορλάντο του Λιβόρνο της Ιταλίας το βαρύ θωρακισμένο καταδρομικό «Γεώργιος Αβέρωφ».
Το πλοίο ανήκε στην κλάση “Pisa”, δύο πλοία της οποίας είχαν ήδη ναυπηγηθεί για τον ιταλικό στόλο. Ένα τρίτο άρχισε να ναυπηγείται με την προοπτική να πειστεί το ιταλικό Ναυτικό να το αγοράσει αλλά όταν αυτό αρνήθηκε, τα ναυπηγεία άρχισαν να ψάχνουν για αγοραστή. Τον βρήκαν στο Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό που αναζητούσε να καλύψει αγωνιωδώς το κενό ισχύος έναντι του τουρκικού στόλου. Για την προκαταβολή του χρησιμοποιήθηκε το καταπίστευμα που είχε αφήσει ο εθνικός ευεργέτης Γεώργιος Αβέρωφ για αγορά εκπαιδευτικού πλοίου του στόλου.
Το πλοίο παραδόθηκε το επόμενο έτος και πρωταγωνίστησε ως ναυαρχίδα σε τελετές, θριάμβους, ναυμαχίες, κινήματα, χτίζοντας τον θρύλο του ως «Μπάρμπα Γιώργης», όπως τον αποκαλούσαν με αγάπη τα πληρώματα του. Ήταν από τους βασικούς παράγοντες νίκης στις ναυμαχίες της «Έλλης» και «Λήμνου» στον 1ο Βαλκανικό, αφοπλίστηκε στα Νοεμβριανά και βοήθησε στην εκκένωση των ελληνικών στρατευμάτων από τη Μικρά Ασία.
Συμμετείχε στο αποτυχημένο κίνημα του ’35, μετέφερε την ελληνική κυβέρνηση στην Μέση Ανατολή το 1941 κι αφού επανεξοπλίστηκε συνόδευσε νηοπομπές στον Ινδικό ωκεανό. Το 1944 καταλήφθηκε από στασιαστές στο κίνημα του Ναυτικού στην Αλεξάνδρεια, ενώ μετέφερε την εξόριστη κυβέρνηση πίσω στον Πειραιά με την Απελευθέρωση. Το 1947 έφερε την ελληνική σημαία στη Ρόδο για την τελετή ένταξης της Δωδεκανήσου.
Παρέμεινε στο Φάληρο έκτοτε ως εκπαιδευτικό και τελικά διασώθηκε μετατρεπόμενο σε πλοίο-μουσείο, το πιο ένδοξο του ελληνικού στόλου και το μοναδικό σωζόμενο θωρακισμένο καταδρομικό των αρχών του 20ού αιώνα στον κόσμο.