Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζων Φιτζέραλντ Κένεντι (JFK) δολοφονείται στο Ντάλας του Τέξας κατά τη διάρκεια προγραμματισμένης επίσκεψής του.
Πώς συνέβη, όμως, κι ένας λαοφιλής πολιτικός, αρχηγός μιας από τις ισχυρότερες χώρες του κόσμου έφτασε να εκτελεστεί με αυτόν τον τρόπο; Τη δεκαετία του 1960, οι ΗΠΑ βρίσκονταν στην πρωτοκαθεδρία του “ελεύθερου κόσμου”. Στην προηγούμενη δεκαετία, ο μεταπολεμικός κόσμος είχε αποκρυσταλλωθεί και ο Πρόεδρος Αϊζενχάουερ είχε προωθήσει τη στρατηγική της περικύκλωσης και ανάσχεσης των κομμουνιστικών χωρών, κυρίως της ΕΣΣΔ και της Κίνας, σχηματίζοντας μια σειρά συμμαχιών και αναδιοργανώνοντας τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις. Παράλληλα, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ είχαν προσηλωθεί στο να παρακολουθούν οποιαδήποτε χώρα που θα κινδύνευε να “αλωθεί εκ των έσω” από τον κομμουνισμό.
Η αντίληψη ότι οι κομμουνιστικές δυνάμεις δρούσαν υπονομευτικά και συνομωτικά, υποσκάπτοντας τα θεμέλια μιας κοινωνίας και στη συνέχεια αναλαμβάνοντας την εξουσία ως ένα παράσιτο ή ασθένεια, για να προχωρήσουν στη συνέχεια στον επόμενο “ξενιστή” είχε διαδοθεί ευρέως στις ομάδες διαμόρφωσης της κοινής γνώμης των ΗΠΑ, ως η “θεωρία του Ντόμινο”. Μοιραία, σε αυτό το κλίμα καχυποψίας, κοινωνικές ζυμώσεις και αιτήματα, χρωματίζονταν με το ίδιο μελανό χρώμα της παγκόσμιας κομμουνιστικής συνομωσίας και τα αιτήματά τους απορρίπτονταν ως υπονομευτικά.
Σε αυτό το περιβάλλον, εμφανίζεται ο Τζων Φιτζέραλντ Κένεντι. Προερχόταν από ευκατάστατη οικογένεια, με τον πατέρα του, επιτυχημένο επιχειρηματία κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, να έχει διατελέσει πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Βρετανία. Ο Τζων είχε σπουδάσει στο Χάρβαρντ και ταξίδεψε πολύ εκτός ΗΠΑ, ενώ γνωρίστηκε με σημαντικές προσωπικότητες των ΗΠΑ και της Ευρώπης, στον προ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αναβρασμό. Διαφοροποιήθηκε από νωρίς από τις πατρικές αντιλήψεις περί απομονωτισμού των ΗΠΑ, και κέρδισε πόντους για την τολμηρή του ρητορική για να αναλάβουν οι ΗΠΑ περισσότερο δυναμικό ρόλο στο διεθνές πολιτικό στερέωμα ως πυλώνας του ελεύθερου κόσμου.
Ο Κένεντι, ως νέος γερουσιαστής αλλά και με πολεμικές δάφνες στον Β’ Παγκόσμιο, λαμπερός σε μια εποχή έντασης, πέτυχε να κερδίσει την Προεδρία των ΗΠΑ το Νοέμβριο του 1960 έναντι του ισχυρού του αντιπάλου των Ρεπουμπλικανών, Ρίτσαρντ Νίξον, και μεταξύ σημαντικών αντιρρήσεων εντός των Δημοκρατικών για την έλλειψη εμπειρίας και το νεαρό της ηλικίας του.
Αμέσως δοκιμάστηκε σκληρά με την αποτυχημένη στρατιωτικά και επικοινωνιακά επιχείρηση της CIA για την ανατροπή του καθεστώτος Κάστρο, στον κόλπο των Χοίρων, στην Κούβα. Ωστόσο, ο ίδιος αντιμετώπισε με σημαντική επιτυχία την προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης να αναπτύξει κρυφά βαλλιστικά πυρηνικά όπλα στην Κούβα ενάμιση χρόνο μετά, τον Οκτώβριο του 1962, αποτρέποντας με αποφασιστικότητα και ευελιξία μια διεθνή κρίση, που χαρακτηρίστηκε η πιο κρίσιμη του Ψυχρού Πολέμου. Το επόμενο έτος, περιοδεύοντας στην Ευρώπη εκφώνησε τον πιο συγκλονιστικό λόγο του στο Βερολίνο με τη φράση “ich bin ein Berliner” (είμαι Βερολινέζος).
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 28 Οκτωβρίου 1962: “Reds Back Down”, η κρίση της Κούβας τερματίζεται
Στο εσωτερικό πεδίο, ο Κένεντι βρέθηκε μεταξύ σφύρας και άκμονος σε μερικές από τις σημαντικότερες αναταράξεις της αμερικανικής κοινωνίας. Αδιέξοδα στο οικονομικό πεδίο, διακρίσεις μεταξύ εγχρώμων και λευκών, τη διαστημική κούρσα και τον πόλεμο στο Βιετνάμ που μόλις ξεκινούσε η εμπλοκή των ΗΠΑ.
Το πρωί της 22ας Νοεμβρίου 1963, μια αυτοκινητοπομπή μετέφερε το προεδρικό ζεύγος (σε ένα ανοιχτό αυτοκίνητο) μέσα από τους ηλιόλουστους δρόμους του Ντάλας, σε προεκλογική περιοδεία. Μαζί με τον Πρόεδρο κάθονταν η σύζυγός του, Τζάκι, όπως και ο κυβερνήτης του Τέξας, Τζων Κόναλι, με τη σύζυγό του, Νέλι. Το κλίμα ήταν θερμό με εκατοντάδες κόσμου να χαιρετούν το προεδρικό ζεύγος. Περνώντας από τον ανοιχτό χώρο του πάρκου Dealey Plaza, λίγο μετά τις 12:30 το μεσημέρι, πυροβολισμοί ακούστηκαν από άγνωστη τοποθεσία. Ο Κένεντι χτυπήθηκε θανάσιμα στο κεφάλι -και στον λαιμό-, και ο Κόναλι στον καρπό και στην πλάτη.
Ο Κένεντι μεταφέρθηκε σε κοντινό νοσοκομείο όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του, οπότε ο Αντιπρόεδρος Τζόνσον ορκίστηκε νέος Πρόεδρος, εντός του αεροσκάφους που μετέφερε τη σορό πίσω στην Ουάσινγκτον.
Λίγο αργότερα, οι αστυνομικές αρχές παρουσίασαν τον φερόμενο ως εκτελεστή, έναν πρώην πεζοναύτη και εργαζόμενο στο κτίριο της κεντρικής αποθήκης σχολικών βιβλίων της πολιτείας, ένα κτίριο που δέσποζε της διαδρομής των επισήμων, τον Λη Χάρβεϋ Όσβαλντ. Αυτός, μια ιδιόρρυθμη φιγούρα, που μια περίοδο είχε και αποστατήσει στη Σοβιετική Ένωση και μετά επέστρεψε στις ΗΠΑ, αρνήθηκε τις κατηγορίες από την πρώτη στιγμή, αλλά δολοφονήθηκε και ο ίδιος από έναν ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου 36 ώρες μετά, την ώρα που γινόταν μεταγωγή του από την Αστυνομία.
Δύο επιτροπές διερεύνησης που συγκροτήθηκαν για να διαλευκάνουν τη δολοφονία, κατέληξαν σε αντικρουόμενα πορίσματα. Η πρώτη που ήταν και η κυριόερη (Warren Commission) αποφάνθηκε πως ο Όσβαλτ ήταν ένας πνευματικά διαταραγμένος που έδρασε μόνος, όπως ψυχικά ασταθής ήταν κι ο Τζακ Ρούμπι που τον δολοφόνησε. Μαρτυρίες για ήχους πυροβολισμών από άλλες κατευθύνσεις γύρω από τον χώρο του πάρκου, απορρίφθηκαν ως αντίλαλοι. Όπως ήταν αναμενόμενο τα συμπεράσματα της πυροδότησαν τεράστιο κύμα αμφισβήτησης και κατηγορίες για συγκάλυψη των πρωταιτίων, ενώ οι θεωρίες συνωμοσίας οργίαζαν.
Χρόνια αργότερα, το 1976, ειδική επιτροπή της Βουλής για τη διερεύνηση της δολοφονίας του Κένεντι και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (HSCA) αποδέχτηκε την ύπαρξη συνομωσίας αλλά χωρίς να κατορθώσει να υποδείξει συγκεκριμένα πρόσωπα. Στα δύο χρόνια ερευνών, η Επιτροπή κατέληξε πως τα στοιχεία που συνέλεξαν οι διάφορες υπηρεσίες ασφαλείας της εποχής ήταν σε μεγάλο βαθμό αποσπασματικά, ή δεν επετεύχθη ο απαραίτητος ζήλος που να οδηγήσει σε απτά συμπεράσματα, παρά το ότι “όλοι οι φορείς έδρασαν με καλές προθέσεις”.
Με τα χρόνια, οι θεωρίες συνωμοσίας που έχουν δημιουργηθεί έχουν πνίξει κάθε δυνατότητα για ανάδειξη της αλήθειας, για ένα γεγονός που κλόνισε τις ΗΠΑ τότε και συνεχίζει μέχρι σήμερα να τη στιγματίζει. Ξένες μυστικές υπηρεσίες, της Κούβας και της ΕΣΣΔ, η Μαφία, κύκλοι συντηρητικών επιχειρηματιών, οπαδών σκληρότερης στάσης των ΗΠΑ στο Βιετνάμ και στις σχέσεις της χώρας προς την ΕΣΣΔ, όλες οι πιθανές ή απίθανες υποθέσεις έχουν καταγραφεί και εν μέρει “στοιχειοθετηθεί”.
Η αλήθεια είναι πως είναι δύσκολο να δεχθούμε την πιθανότητα πως ένας μοναχικός, διαταραγμένος νέος κατάφερε και πραγματοποίησε το αδιανόητο, να σκοτώσει τον πιο σημαντικό άνθρωπο της εποχής. Έτσι οι δολοφόνοι του Κένεντι, τόσο οι εκτελεστές όσο και οι εντολείς τους, μάλλον παραμένουν στο σκοτάδι, ενώ όμως λάμπει όλο και περισσότερο ο μύθος του νεαρού Προέδρου, που “θα άλλαζε την ιστορία, αν ζούσε”.