ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 2 Φεβρουαρίου 1982: Σφαγή της Χαμά, ο Άσαντ διαλύει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στη Συρία

Ο Συριακός στρατός εξαπολύει γενική επίθεση κατά των ισλαμιστών επαναστατών που έχουν καταλάβει την πόλη της Χαμά στη δυτική Συρία.

Η αντιπαράθεση μεταξύ πολιτικο-θρησκευτικών φατριών στη Συρία ακολούθησε το ίδιο σχεδόν μοτίβο με τα άλλα νεαρά αραβικά κράτη. Περνώντας από την Οθωμανική κυριαρχία στην ανεξαρτησία μέσω μια μακράς περιόδου “προστασίας” από τις Μεγάλες ευρωπαϊκές Δυνάμεις, η Συρία ανέπτυξε το πολιτικό της σκηνικό βιαστικά, κυρίως γύρω από εθνικιστικά πρότυπα.

Δύο κύριες τάσεις αναδύθηκαν: ο προοδευτικός εθνικισμός, μια μορφή πατριωτισμού με έντονα στοιχεία κοσμικότητας και σοσιαλισμού στη μορφή του κόμματος Μπάαθ και ο παναραβικός ισλαμικός εθνικισμός, ένα κίνημα οριστικής αποτίναξης του ξένου ζυγού (στην περίπτωση της Συρίας, των Γάλλων) με κουλτούρα επιστροφής στην παράδοση των αραβικών αξιών μέσω του σουνιτικού Ισλάμ, και της σύμπλευσης λαού και κλήρου, που εκφράστηκε από την οργάνωση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Η σύγκρουση των δύο τάσεων ήταν αναπόφευκτη, αφού αν και επιθυμούσαν μια ελεύθερη, ισχυρή και ανεξάρτητη Συρία, διαφωνούσαν ριζικά ως προς τον τελικό σκοπό.

Οι αδελφοί Άσαντ, ο πρόεδρος Χαφέζ (δεξιά) και ο αρχηγός των υπηρεσιών εσωτερικής ασφαλείας Ριφάατ (αριστερά) πρωτοστάτησαν στην καταστολή της εξέγερσης της Χαμά.

Με το κόμμα Μπάαθ στην εξουσία μετά από πραξικόπημα το 1966, η Συρία βρισκόταν υπό τη στιβαρή ηγεσία του Χαφέζ αλ Άσαντ από το 1971. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα “σιγόβραζε” όμως, παίρνοντας με το μέρος της μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, όπου οι ισλαμιστές κήρυτταν την αντιπολίτευση στα τζαμιά που ήλεγχαν.

Το 1980, ο Άσαντ κήρυξε την οργάνωση των Αδελφών Μουσουλμάνων εκτός νόμου κάτι που έφερε τα πράγματα στα άκρα. Στα επόμενα δύο χρόνια οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι πραγματοποιούσαν βομβιστικές επιθέσεις σε καταστήματα, κυβερνητικά κτήρια και κατά κρατικών αξιωματούχων σε όλη την επικράτεια. Δολοφονική επίθεση κατά του Άσαντ τον Ιούνιο του 1980, οδήγησε σε μαζική δίωξη, που κατέληξε σε εκτέλεση στα κελιά τους άνω των 1.200 κρατουμένων, μελών της οργάνωσης.

Το 1981, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα των ισλαμιστών να καταλάβουν με τα όπλα ένα χωριό κοντά στην πόλη Χαμά, οι δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού εισήλθαν σε αυτή -προπύργιο της οργάνωσης- και σκότωσαν 350-400 κατοίκους τραυματίζοντας πολλούς περισσότερους. Στην επιχείρηση τότε πρωτοστάτησαν οι “ταξιαρχίες προστασίας”, μια πολιτοφυλακή που ελεγχόταν από τον αδελφό του προέδρου Άσαντ, τον Ριφάατ αλ Άσαντ. Η σφαγή του 1981 ήταν “η πιο αιματηρή επιχείρηση” που ανέλαβε η κυβέρνηση της Συρίας κατά της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ως τότε.

Το επόμενο έτος, το “ως τότε” θα ανατρεπόταν. Στις 02:00 το πρωί τη νύχτα της 2ας Φεβρουαρίου 1982, μια περίπολος των δυνάμεων ασφαλείας έπεσε σε ενέδρα ισλαμικής οργάνωσης μέσα στην Χαμά. Η σύγκρουση θα ήταν αμφίρροπη, αν οι ισλαμιστές δεν καλούσαν σε υποστήριξη άλλες οργανώσεις μέσα στην πόλη, που γρήγορα πήραν τα όπλα και περιέσφιξαν τους Σύρους στρατιώτες βάλλοντας από τις ταράτσες των κτιρίων. Η κινητοποίηση ήταν τέτοια που ο αρχηγός της οργάνωσης, Ομάρ Ταζουάντ (ψευδώνυμο “Αμπού Μπακρ”) κάλεσε από τα μεγάφωνα των τζαμιών γενική λαϊκή εξέγερση. Μέχρι το πρωί, οι περισσότεροι αστυνομικοί σταθμοί είχαν καταληφθεί και τα οπλοστάσια είχαν λεηλατηθεί και διανεμηθεί μεταξύ των εξεγερθέντων που τώρα αποκαλούσαν τη Χαμά “απελευθερωμένη πόλη”.

Προκειμένου να κάμψει την αντίστασή τους, ο  Άσαντ, πατέρας του σημερινού προέδρου, πολιορκεί την Χαμά με τέσσερις επίλεκτες ταξιαρχίες του στρατού, πράκτορες της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών “Μουχαμπαράτ” και τρεις ταξιαρχίες Λόχων Αμύνης. Ο συριακός στρατός θα βομβαρδίσει το κέντρο της πόλης με την αεροπορία και με βαρύ πυροβολικό, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές και χιλιάδες θανάτους αμάχων.

Η αντίσταση θα καμφθεί μέσα σε μια εβδομάδα αλλά οι πράκτορες, στρατιώτες και πολιτοφύλακες θα περάσουν άλλες δύο εβδομάδες “εκκαθαρίζοντας” την πόλη από τους ισλαμιστές. Ο ακριβής αριθμός των απωλειών δεν έγινε γνωστός αλλά υπολογίστηκε σε 30-40.000 νεκρούς και 15.000 αγνοουμένους. Μαζί τους σκοτώθηκαν και 1.000 περίπου στρατιώτες. Οι δυνάμεις των κυβερνητικών στρατευμάτων έφτασαν στο σημείο να χύσουν ποσότητες βενζίνης στους υπονόμους και να βάλουν φωτιά υποπτευόμενες πως χρησιμοποιούνταν από ισλαμιστές για να διαφύγουν. Στην έξοδο των σηράγγων βρίσκονταν πολυβόλα και άρματα μάχης. Εκτός των απωλειών άλλοι 100.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι.

Σκληρή πέρα από κάθε πρόβλεψη, η κίνηση του Άσαντ είχε αποτέλεσμα. Η αντίσταση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας “έσπασε” και τα μέλη της διασκορπίστηκαν, ενώ μαζί τους έπαψε σχεδόν και κάθε άλλη οργανωμένη δράση ισλαμικών οργανώσεων. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα διαιρέθηκε σε συντηρητικούς, που στο εξής βρήκαν καταφύγιο στις δυτικές χώρες (ΗΠΑ, Γερμανία, Βρετανία) και στους πιο σκληροπυρηνικούς, που θα καταφύγουν στο Ιράκ και κυρίως στο Ιράν, όπου θα οργανωθούν ένοπλα με τη στήριξη της θεοκρατικής κυβέρνησης εκεί.

Η καταστολή της εξέγερσης προκάλεσε τον αποτροπιασμό του Δυτικού κόσμου χαρακτηρίζοντάς την ως “την πιο αιματηρή πράξη που έλαβε χώρα από αραβική κυβέρνηση κατά του ίδιου της του λαού στη σύγχρονη ιστορία της Μέσης Ανατολής” αλλά δεν πτόησε τον Άσαντ. Για το καθεστώς του η πράξη ήταν δικαιολογημένη και αποτελεσματική, έχοντας εκριζώσει την ισλαμική αντιπολίτευση. Μια ψευδαίσθηση, όπως φάνηκε 30 χρόνια αργότερα.

Most Popular