Η Ελλάδα κηρύσσει επιστράτευση των εφεδρειών της, ενόψει πολεμικής σύγκρουσης με την Οθωμανική αυτοκρατορία σε συνεργασία με τους νέους Βαλκανικούς της συμμάχους, που επίσης προέβησαν σε παρόμοιες κινήσεις.
«Στις 18 Σεπτεμβρίου 1912 με βασιλικό διάταγμα κλήθηκαν υπό τα όπλα οι κλάσεις των εφέδρων από το 1900 ως το 1910 και οι κλάσεις των εθνοφρουρών υπαξιωματικών και δεκανέων μέχρι το 1897 και όλοι οι έφεδροι Υπολοχαγοί και Ανθυπολοχαγοί μέχρι 51 ετών. Η προσέλευση των εφέδρων άρχισε 19 Σεπτεμβρίου και τελείωσε στις 21 του ίδιου μηνός. Μετά την προσέλευση των εφέδρων το Σύνταγμα συγκροτήθηκε για πολεμική εκστρατεία και απ’ τις 22 ως 26 Σεπτεμβρίου εξασκήθηκε σε πορείες και ασκήσεις ελιγμών και μάχης επί οποιουδήποτε εδάφους.» (Από το ημερολόγιο του 10ου Συντάγματος Πεζικού).
Για χρόνια, τα Βαλκανικά κράτη παρέμεναν στη σκιά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στη συνείδηση των οποίων παρέμενε ως τρομακτικά ισχυρή δύναμη, ικανή να κινητοποιήσει μεγάλες ποσότητες πόρων και ανθρώπων καταπνίγοντας προσπάθειες ανεξαρτητοποίησης. Οι τελευταίες όμως ήταν συχνές αφού μεγάλα τμήματα οθωμανών υποτελών έκαναν εξεγέρσεις, ζητώντας την ένωση τους με τα εθνικά κράτη τους, που είχαν δημιουργηθεί.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 29 Σεπτεμβρίου 1911: Ο Ιταλο-Τουρκικός πόλεμος ξεκινά
Ο Ιταλο-Τουρκικός Πόλεμος του 1911 κατέδειξε πως μια δύναμη, έστω και ανερχόμενη μεταξύ των Μεγάλων, είναι δυνατόν να νικήσει και να πάρει εδάφη και ανταλλάγματα από τους Οθωμανούς. Ενώ αποκάλυψε τη δυστοκία με την οποία η Πύλη αντιδρούσε σε κρίσεις και μάλιστα στρατιωτικές. Καθώς η Οθωμανική αυτοκρατορία κατόρθωσε να κινητοποιήσει ελάχιστες δυνάμεις στο πεδίο μάχης της Βορείου Αφρικής, απωθούμενη από τον ιταλικό στρατό, ενώ ο ιταλικός στόλος βομβάρδισε τόσο τα αφρικανικά λιμάνια και ναυστάθμους, όσο και αυτά της Μέσης Ανατολής, των νησιών του Αιγαίου και των Δαρδανελίων χωρίς ο οθωμανικός να τολμήσει να τον αντιμετωπίσει.
Έτσι η στρατιωτική γύμνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κινητοποίησε σειρά μυστικών επαφών μεταξύ των Βαλκανικών κρατών, αρχικά μεταξύ Βουλγαρίας και Σερβίας και στη συνέχεια μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου. Τις επαφές πληροφορήθηκε και η Ελλάδα, που μάλλον απρόθυμα στην αρχή, οι λοιποί σύμμαχοι δέχτηκαν στον κύκλο τους. Άλλωστε η πρόσφατη αποτυχημένη εμπλοκή της Ελλάδος με την Τουρκία το 1897, είχε αφήσει πολύ άσχημη εντύπωση για τις στρατιωτικές της ικανότητες.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 8/21 Μαΐου 1897: Το τέλος του “ατυχούς” πολέμου, ανακωχή πριν την ταπείνωση
Ωστόσο, η Ελλάδα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στη θάλασσα παρεμποδίζοντας την μετακίνηση εφεδρειών στα Βαλκάνια από την Ανατολή. Όμως παρά το ότι ο ελληνικός στόλος κυριάρχησε το 1897 στο Αιγαίο και αυτός αντιμετωπιζόταν με δυσπιστία. Τα γεγονότα σύντομα θα διέψευδαν κάθε αμφισβήτηση.
Με βάση το Σχέδιο Επιστράτευσης που εφαρμόστηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1912, συμπληρώθηκε η δύναμη των I, II,IIΙ και IV Μεραρχιών, της Ταξιαρχίας Ιππικού και των λοιπών Μονάδων που ήταν ενεργές και συγκροτήθηκαν οι V, VI και VII Μεραρχίες. Συνολικά η Ελλάδα κινητοποίησε 115.000 άνδρες έναντι 450.000 της Βουλγαρίας, 230.000 της Σερβίας και 48.000 του Μαυροβουνίου. Η βουλγαρική υπεροχή σε αριθμούς και η εγγύτητά της στην Κωνσταντινούπολη, της έδινε την πρωτοκαθεδρία, στην πράξη όμως καμία ή σχεδόν καμία συνδυασμένη επιχείρηση δεν έλαβε χώρα, καθώς κάθε Βαλκανικός στρατός θα πολεμούσε αυτόνομα τους Οθωμανούς.