Τις πρώτες πρωϊνές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι, επιδίδει τελεσίγραφο -ουσιαστικά όμως κήρυξη πολέμου- στον κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά. Το τελεσίγραφο έκανε λόγο για παραβίαση της ουδετερότητος εκ μέρους της Ελλάδος, χορηγώντας διευκολύνσεις και πληροφορίες σε βρετανικά μέσα που δρούσαν κατά των συμφερόντων της Ιταλίας και ζητούσε την εντός λίγων ωρών άδεια των ελληνικών αρχών, ώστε να εισέλθουν στο ελληνικό έδαφος ιταλικά στρατιωτικά τμήματα και να ελέγξουν γεωγραφικές περιοχές στρατηγικής σημασίας για την εξασφάλιση της ειρήνης.
Ο Μεταξάς απέρριψε το αίτημα με τη φράση: «Alors, c’est la guerre» (λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο). Η συνομιλία είχε διεξαχθεί στα γαλλικά, τη γλώσσα της διπλωματίας.
Η Ιταλία είχε επιδείξει προκλητική και εχθρική συμπεριφορά ήδη από τη δεκαετία του 1920. Έχοντας καταλάβει τα Δωδεκάνησα από το 1911, αύξησε τη στρατιωτική της παρουσία και την οικονομική διείσδυση στις χώρες των Βαλκανίων και της Αφρικής. Εταιρίες δημοσίων έργων αναλάμβαναν κατασκευές δρόμων και σιδηροδρόμων, λιμένων και ιταλικές τράπεζες χορηγούσαν δάνεια που «έδεναν» όλο και περισσότερο τις χώρες αυτές στο άρμα της Ρώμης. Όταν οι χώρες αντιδρούσαν, ο στρατός έκανε ωμή παρέμβαση, όπως συνέβη στο επεισόδιο της Κερκύρας. Η Αλβανία, το πιο νεαρό από τα βαλκανικά κράτη, απορροφήθηκε με αυτόν τον τρόπο, σχεδόν αναίμακτα.
Το ίδιο πίστευαν πως θα γινόταν και με την Ελλάδα, η οποία μετά από 15 χρόνια πολιτικής αστάθειας και διπλωματικής απομόνωσης, ύστερα από τη Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, έμοιαζε εύκολος στόχος, δεδομένου ότι τελούσε υπό συγγενές προς τον φασισμό πολιτικό καθεστώς, αυτό της 4ης Αυγούστου.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 4 Αυγούστου 1936: Η Ελλάδα υπό το καθεστώς της 4ης Αυγούστου
Ο πρωθυπουργός (εθνικός κυβερνήτης, επίσημα) Ιωάννης Μεταξάς, πρώην στρατιωτικός και βασιλόφρων πολιτικός από εικοσαετίας, διοικούσε τη χώρα με πειθαρχία και πρακτικές αντίστοιχες του ιταλικού φασιστικού σχήματος. Δεν ήταν ο μόνος στην Ευρώπη, καθώς πολλές χώρες μετά από τον άγονο ανταγωνισμό κομμουνιστικών και συντηρητικών δυνάμεων, έδειχναν προτίμηση στον «τρίτο δρόμο», μια σύνθεση αυταρχικής, εθνικιστικής αντίληψης με λαϊκιστικές επικλήσεις “κλεμμένες” από τις σοσιαλιστικές ιδεολογίες.
Ωστόσο, ο Μεταξάς ήταν ρεαλιστής. «Ή Ελλάς δέν είναι μία χερσόνησος περιβρεχομένη άπό θάλασσαν, άλλά μία θάλασσα περιβαλλόμενη υπό ξηράς… Ή Ελλάς δέν δύναται λοιπόν νά τά βάλη ώς έκ της γεωγραφικής της θέσεως μέ καμίαν απολύτως ναυτικής δυναμιν Μεγάλην. Είναι πράγμα τό όποιον ουδέ νά σκεφθή δύναται..», έλεγε και ταύτισε τα συμφέροντα της χώρας με εκείνα της κυριάρχου της Μεσογείου, της Μεγάλης Βρετανίας.
Αν και προσπάθησε να κρατήσει τη χώρα εκτός του ευρωπαϊκού πολέμου, όπως το 1916, επενδύοντας στις ίσες αποστάσεις και στην εμπορική, βιομηχανική και αγροτική ανάπτυξη, δεν κατόρθωσε τελικά να παρακάμψει τις ορέξεις της Ιταλίας. Στις 15 Αυγούστου 1940, η βύθιση του καταδρομικού «Έλλη» από ιταλικό υποβρύχιο σήμανε το τέλος των ψευδαισθήσεων. Οι πολεμικές προπαρασκευές, που είχαν ξεκινήσει συστηματικά από το 1935, εντατικοποιήθηκαν. Στις 28 Οκτωβρίου, όλα ήταν έτοιμα.
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 15 Αυγούστου 1940: Ο τορπιλισμός του “Έλλη”, η κορύφωση των ιταλικών προκλήσεων