Στον αέρα έδειχνε καλύτερο απ’ ότι στο έδαφος. Και μόνο για να επιβιβαστεί σε αυτό, ο πιλότος έπρεπε να σκαρφαλώσει… μερικά μέτρα σε μια σκάλα. Όμως όσο παράξενο κι αν έδειχνε, το πειραματικό XFY ‘Pogo’ της Convair ήταν η επιτομή του VTOL. Απλώς φανταστείτε ένα αεροπλανοφόρο γεμάτο τέτοια. Το αμερικανικό Ναυτικό το φαντάστηκε. Η Convair ανέλαβε να κάνει την ιδέα πραγματικότητα.
To XFY ήταν μια από τις απόπειρες των Αμερικανών την δεκαετία του ’50 για ένα μικρό μαχητικό κάθετης απο-προσγείωσης το οποίο θα περνούσε αυτόνομα σε οριζόντια πτήση χάρη στον πανίσχυρο turboprop της Allison και τις τρίφυλλες αντιπεριστρεφόμενες έλικες που παρείχαν τεράστια ώση, μεγαλύτερη από το βάρος του αεροπλάνου. Θεωρητικώς, τα αεροσκάφη VTOL θα αύξαναν τον αριθμό των μαχητικών που θα μετέφεραν τα αεροπλανοφόρα διότι δεν θα είχαν ανάγκη ένα μακρύ κατάστρωμα πτήσεων για να επιχειρούν. Όχι πως ήταν απλό.
Αντίθετα με το Harrier ή το F-35, τα πρώιμα αεροσκάφη VTOL με τα οποία πειραματίστηκαν ο αμερικανικός Στρατός και το Ναυτικό ήταν ‘tail-sitters’ –κυριολεκτικά αφού «κάθονταν» πάνω στο ενισχυμένο ουραίο τμήμα τους. Από την κατακόρυφη θέση του στην πίστα το ‘Pogo’ απογειώνονταν κάθετα καθώς το συγκρότημα του κινητήρα YT40-A-16, αποτελούμενο από δύο Allison T38, προσέφερε περίσσεια ισχύος (σε διαμόρφωση απογείωσης ή προσγείωσης οι έλικες ουσιαστικά λειτουργούσαν ως ρότορες) ενώ για την προσγείωση ακολουθείτο ακριβώς η αντίθετη διαδικασία. Αυτή ήταν και η πιο λεπτή φάση της πτήσης.
Ο πιλότος έφερνε βαθμηδόν το αεροπλάνο σε αιώρηση και κοιτώντας πίσω από την πλάτη του και τους καθρέπτες της καλύπτρας για να υπολογίσει την απόσταση από το έδαφος, όπως παρκάρουμε ένα αυτοκίνητο με την όπισθεν, άφηνε τους ουραίους τροχίσκους του ‘Pogo’ να ακουμπήσουν στην πίστα. Και μόνο η περιγραφή της διαδικασίας δίνει μια ιδέα της δυσκολίας του εγχειρήματος καθώς ένα λάθος θα οδηγούσε σε συντριβή. Η προσγείωση δεν ήταν το μόνο παράξενο με αυτό το αεροπλάνο.
Το XFY-1 δυσκολευόταν να επιβραδύνει έχοντας υψηλή ταχύτητα διότι δεν διέθετε καταστροφείς άντωσης (spoilers) και αερόφρενα. Επιπροσθέτως, παρόλο που οι σχεδιαστές επιμήκυναν τον κώνο της έλικας για να χωρέσει το ραντάρ ιχνηλάτησης στόχων, η κεραία του δεν ήταν εύκολο να μείνει σταθερή και να μην περιστρέφεται. Ο δε κινητήρας του αναπτύχθηκε σε μια εποχή που οι κατασκευαστές αντιμετώπιζαν δυσεπίλυτα προβλήματα ώσης και αξιοπιστίας, με τα 550 μίλια/ώρα μεγίστη ταχύτητα του ‘Pogo’ να υπολείπονται αρκετά εκείνης των σοβιετικών MiG.
Οι πρώτες πτητικές δοκιμές έγιναν στις αρχές του 1954 στον Αεροναύσταθμο Moffett Field της Καλιφόρνια, με το αεροσκάφος δέσμιο (tethered) και εντός υποστέγου. Ο δοκιμαστής πιλότος της Convair, Αντισυνταγματάρχης της Εφεδρείας των Πεζοναυτών James F. ‘Skeets’ Coleman πραγματοποίησε την πρώτη κανονική πτήση τον Αύγουστο του ιδίου έτους στο αεροδρόμιο Lindbergh Field, στο Σαν Ντιέγκο, φθάνοντας σε ύψος 12 μέτρων.
Οι δοκιμαστικές απο-προσγειώσεις συνεχίστηκαν στο Naval Auxiliary Air Station Brown Field όπου ο Coleman «έβαλε» σχεδόν 60 ώρες, ανερχόμενος σε μια από τις δοκιμές στα 45,7 μέτρα. Τον Νοέμβριο έγινε ο πρώτος πιλότος που ολοκλήρωσε μια πτήση με το επαναστατικό ‘Pogo’ πετώντας οριζοντίως επί 20΄ πάνω από το Σαν Ντιέγκο και εκτελώντας στην συνέχεια κάθετη προσγείωση σε πεδίο 15 x 15 μέτρων. Γι’ αυτήν την πτήση τού απονεμήθηκε το αεροπορικό βραβείο Harmon το οποίο δίδεται κάθε χρόνο στον καλύτερο αεροπόρο. Αυτό και μόνον λέει πολλά για την δυσκολία της πτήσης με το XFY-1.
Οι ιδιαιτερότητες του αεροσκάφους VTOL της Convair ήταν και η καταδίκη του. Κανένας άπειρος χειριστής δεν θα μπορούσε να προσγειώσει με ασφάλεια ένα τέτοιο tail-sitter. Αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να ακυρωθεί το πρόγραμμα τον Αύγουστο του 1955. Αλλά και υπήρχε τρόπος να ξεπεραστεί, η εξέλιξη των κινητήρων τζετ καθιστούσε τα ελικοφόρα μαχητικά παρωχημένα, ακόμη και τα στροβιλοελικοφόρα. Το μέλλον βρισκόταν μετά το 1 Μαχ.
Μόνο ένα πτήσιμο XFY κατασκευάστηκε. Το XFY-1 (BuNo 138649) πραγματοποίησε περίπου 80 δοκιμαστικές πτήσεις και ουδέποτε προχώρησε πέραν του σταδίου του πρωτοτύπου. Μετά από ορισμένες επιπλέον δοκιμές στο έδαφος, η Convair το καθήλωσε οριστικά τον Νοέμβριο του 1956.
Η ιδέα όμως ενός μαχητικού που θα απογειωνόταν και θα προσγειωνόταν κάθετα δεν ξεχάστηκε. Το πλεονέκτημα που παρείχε η σχεδίαση VTOL ήταν πολύ μεγάλο για να εγκαταληφθεί. Την δεκαετία του ’60 το concept θα έβρισκε αξιόπιστη εφαρμογή στο επαναστατικό Harrier ‘Jump Jet’ –τρανή απόδειξη ότι μια έξυπνη ιδέα ποτέ δεν χάνεται.
Αλέξανδρος Θεολόγου