O “Φονιάς των Havoc” – η ιστορία του ακυρωθέντος βρετανικού ελαφρού ευέλικτου αεροσκάφους επίθεσης από έναν άνθρωπο μέσα από το πρόγραμμα

Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, πολλά προβλήματα κορεσμού από όπλα και συστήματα του αντιπάλου απαιτούσαν απλές αλλά αποφασιστικές λύσεις. Η εμφάνιση των επιθετικών ελικοπτέρων Mil Mi-24 Hind στη Σοβιετική Ένωση και οι ικανότητες της τελευταίας να παράγει και να παρατάσσει μαζικά νέα οπλικά συστήματα δημιουργούσε εφιάλτες στους αναλυτές της στρατηγικής στη Δύση.
Έτσι, όταν αποκαλύφθηκε πως η ΕΣΣΔ ετοίμαζε να κάνει το ίδιο με τον διάδοχο του ‘Hind’, το Μi-28 Havoc, η αγωνία κορυφώθηκε. Μια ομάδα σχεδιαστών στο τμήμα Μελλοντικών Προγραμμάτων της BAe Kingston αποφάσισε να σκεφτεί το πρόβλημα πιο διεξοδικά.
 

Αποφασίζοντας πως η καλύτερη λύση σε ένα πρόβλημα δίνεται με δράση κι όχι με αντίδραση, εκκίνησε το σχέδιο SABA, από τα αρχικά (Small Agile Battlefield Aircraft), στη μορφή ενός αεροσκάφους που θα ήταν ικανό να ξεπεράσει το ‘Havoc’ σε ικανότητα ταχύτητας, ισχύος πυρός και ελιγμών και να το καταστρέψει πριν αυτό φτάσει πάνω από τις χερσαίες δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Σε δεύτερο σκοπό, το SABA θα δρούσε και ως αεροσκάφος παροχής πυρών υποστηρίξεως προς τις χερσαίες δυνάμεις καταστρέφοντας σοβιετικά τεθωρακισμένα και φάλαγγες ανεφοδιασμού, μέρα και νύχτα, με κάθε καιρό, επιχειρώντας από πρόχειρους διαδρόμους και με υψηλές υποηχητικές ταχύτητες για σημαντικό χρονικό διάστημα στον αέρα.

Το σχέδιο αφέθηκε στην γνώση και φαντασία των σχεδιαστών δοκιμάζοντας πολλές διαφορετικές διαμορφώσεις, μεταξύ τους μία με οπίσθια έλικα turboprop και διπλό ουραίο στέλεχος κι άλλη με διαμόρφωση jet χωρίς ουραίο τμήμα, με εμπροσθοκλινή πτέρυγα και σταθμό οπλισμού κάτω από την άτρακτο. Τα σχέδια είχαν άπειρες διαμορφώσεις και δυνατότητες αλλά η απαίτηση, τελικά, για το αεροσκάφος να φέρει έξι πυραύλους αέρος-αέρος AIM-132 (ASRAAM) και ένα ισχυρό πυροβόλο βοήθησε τον σχεδιασμό να ωριμάσει σε λίγα υποδείγματα.

Το σχέδιο P.1233-1 ήταν μια συμβατική μάλλον σχεδίαση με μεγάλου μεγέθους πτέρυγες με ελαφρά κλίση εμπρός και πτερύγια canards δίπλα στην καλύπτρα. Προωθείτο από έναν πολύφυλλο έλικα μονής ροής στο πίσω μέρος της ατράκτου στον οποίο έδινε κίνηση ένας κινητήρας Τ-55. Για την τροφοδοσία του με αέρα υπήρχε μια μικρή εισαγωγή αέρος στο ραχιαίο τμήμα της ατράκτου ενώ το μονό συμβατικό κάθετο σταθερό επικουρείτο από μικρά πτερύγια κάτω από την πτέρυγα τόσο στο πίσω όσο και στο εμπρός τμήμα της ατράκτου.
Το δεύτερο σχέδιο, P.1234-2, ήταν και αυτό ένα συμβατικό αεροσκάφος κινούμενο από έναν αεριοστρόβιλο ALF-502 με εισαγωγείς στα πλάγια της ατράκτου, όπως στο ελαφρύ εκπαιδευτικό Hawk, διπλό κάθετο σταθερό και διαμόρφωση πτέρυγας είτε ευθέος είτε οπισθοκλινούς σχεδίου. Το σχέδιο αυτό ήταν περισσότερο “εφεδρικό” στην περίπτωση που το Ρ.1233-1 αποτύγχανε ή απερρίπτετο.

Και τα δύο σχέδια είχαν μικρή άτρακτο, προσφέροντας μικρό στόχο και μικρό βάρος προσδίδοντας ταχύτητα και ευελιξία, ευκολία στη συντήρηση, ικανότητα βραχείας απογείωσης από πρόχειρους διαδρόμους. Το εκπέτασμα υπολογιζόταν σε 11 μέτρα, το βάρος σε 5 με 6 τόνους και τα σκοπευτικά του συνδύαζαν ανιχνευτή υπερύθρων και αποστασιόμετρο λέιζερ. Επιπλέον, το Ρ-1234-1 είχε και μικρό ίχνος στις υπέρυθρες ακτίνες αναμιγνύοντας κρύο αέρα στις εξαγωγές του κινητήρα.
 
Η BAe Kingston κλήθηκε να οργανώσει ομάδες εργασίας για να δει τις λεπτομέρειες των σχεδίων και την επιτευξιμότητά τους ενώ μέλη της που προέρχονταν από τη βιομηχανική γραμμή της BAe Weybridge, όπως ο Jack Wedderspoon και ο Ian Cairns είχαν εργαστεί στη σχεδίαση του Airbus A320 και κλήθηκαν να εντρυφήσουν στη σχεδίαση των πτερύγων. Σύντομα διαπιστώθηκε πως και τα δύο σχέδια ήταν εφαρμόσιμα ικανοποιώντας την απαίτηση ταχείας στροφής 180° σε πέντε δευτερόλεπτα με ακτίνα 150 μέτρα.

Στα τέλη του 1987 το πρόγραμμα SABA παρουσιάστηκε επίσημα και αν και στρατιωτικοί κύκλοι αντέδρασαν με πολύ θετικό τρόπο, δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει κρατική χρηματοδότηση. Το σχέδιο τέθηκε στο αρχείο. Αρκετά αργότερα, το SABA γνώρισε μια μικρή αναλαμπή στη μορφή ενός εξελικτικού σχεδίου, του P.1239, ενός ελαφρού αεροσκάφους αναχαίτισης με χαρακτηριστικά σχεδίασης απόκρυψης από τα ραντάρ και ενσωματώνοντας ένα επαναστατικό σύστημα εκτόξευσης ρουκετών αναχαίτισης κάθετα από την άτρακτο προς τα πάνω, που όμως είχε παρόμοια τύχη. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έθεσε οριστικά τέρμα σε τέτοια σχέδια.

Πηγή

Most Popular