Πριν το ραντάρ και το ελικόπτερο, ο εντοπισμός των πολεμικών πλοίων του αντιπάλου βασιζόταν στα ανιχνευτικά υδροπλάνα (spotters) των μεγάλων μονάδων επιφανείας του Στόλου και στην εκτόξευσή τους με… εκρηκτικά. Τα Supermarine Walrus που διέθεταν τα καταδρομικά και τα θωρηκτά του Βασιλικού Ναυτικού ήταν τα «μάτια» της δύναμης κρούσης και η ζωτικής σημασίας αποστολής τους τα καθιστούσε πολύτιμα assets καθώς η έγκαιρη αποκάλυψη της εχθρικής δύναμης έδινε σαφές πλεονέκτημα στην ναυμαχία που θα ακολουθούσε.
Για να σταλεί ένα spotter σε αποστολή ήταν ολόκληρη διαδικασία στην οποία εμπλέκονταν αρκετά άτομα. Το πλήρωμα εξυπηρέτησης του αεροπλάνου, η ομοχειρία που το φόρτωνε στον πυροδοτούμενο με προωθητικό γέμισμα κορδίτη καταπέλτη (συνήθως τύπου D1H) για την εκτόξευση, ο «πυροβολητής» που «όπλιζε» τον καταπέλτη, οι εποπτεύοντες αξιωματικοί και φυσικά το τριμελές πλήρωμα αέρος αποτελούμενο από τον πιλότο, τον παρατηρητή και τον πολυβολητή. Δείτε στο σπάνιο οπτικό εποχής πώς γινόταν η πολύπλοκη αυτή δουλειά με τελετουργικό βρετανικής Αυτοκρατορίας!
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτός ο «ιπτάμενος αναχρονισμός» σχεδιάστηκε από τον Ρέτζιναλντ Τζ. Μίτσελ, τον ίδιο άνθρωπο που δημιούργησε το Spitfire με τα κομψά ελλειψοειδούς σχήματος ακροπτερύγια. Όμως το άχαρο Walrus απεδείχθη ανεκτίμητο σχεδόν σε όλα τα μέτωπα του πολέμου ως ανιχνευτικό, ανθυποβρυχιακό και κυρίως ως διασωστικό.
Ειδικά στον ρόλο της έρευνας και διάσωσης το Walrus διέπρεψε –ένα από αυτά είχε «μαζέψει» από την Μεσόγειο και τον Αντιπτέραρχο (Ι) ε.α Γεώργιο Πλειώνη, χειριστή τότε της 335 Μοίρας Διώξεως, όταν λόγω βλάβης του κινητήρα του Spitfire του κατά την διάρκεια μιας αποστολής συνοδείας νηοπομπής αναγκάστηκε να πραγματοποιήσει προσθαλάσσωση. Τα αμφίβια του τύπου υπηρέτησαν επίσης στην Άπω Ανατολή/Ειρηνικό, επιχειρώντας ακόμη και από αεροπλανοφόρα, ενώ δεν έλειψαν οι φορές που έγιναν στόχος ιαπωνικών μαχητικών κατά την ανάκτηση κάποιου πιλότου που είχε την ατυχία να καταρριφθεί.
Αλέξανδρος Θεολόγου