Οι ΗΠΑ είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες στο κόσμο που φτάνουν στα περίπου $600 δισεκατομμύρια το χρόνο. Παρά το γεγονός πως μεγάλο μέρος από αυτό το ποσό δαπανάται σε ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και ένταξής τους στο αμερικανικό οπλοστάσιο, υπάρχει ένα όπλο που μπήκε σε υπηρεσία το 1918 και χρησιμοποιείται κατά κόρον από όλους τους κλάδους των αμερικανικών (και όχι μόνο) ενόπλων δυνάμεων, ενώ θα συνεχίσει να είναι όπλο πρώτης γραμμής για πολλές ακόμη δεκαετίες.
Ο λόγος για το βαρύ πολυβόλο M2 Browning των 12,7mm (γνωστό σε εμάς ως “πενηντάρι” λόγω του διαμετρήματος των .50 της ίντσας) που σχεδιάστηκε από τον John Moses Browning, δημιουργό μερικών από τα πιο διάσημα όπλα όπως το Browning Automatic Rifle (BAR) και το πιστόλι Colt .45 M1911A1.
Η ανάγκη για τη δημιουργία του M2 προέκυψε από τα μαθήματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τα πρώτα θωρακισμένα οχήματα και άρματα μάχης, ακόμη και αεροσκάφη με ελαφριά θωράκιση έκαναν την εμφάνισή τους στο πεδίο της μάχης. Αυτοί οι στόχοι ήταν αδύνατο να καταστραφούν με το κλασικό πυρομαχικό .30-06 (7,62Χ63mm), οπότε προέκυψε η ανάγκη για κάτι πιο ισχυρό που βρέθηκε με την ανακάλυψη του πυρομαχικού .50 BMG (12.7Χ99mm, και του M2 που θα μπορούσε να το βάλλει.
Με ταχυβολία 450-600 βολών το λεπτό, δραστικό βεληνεκές 1.800 μέτρων, υψηλή διατρητική ικανότητα και αξιοπιστία το όπλο του Browning υιοθετήθηκε άμεσα από τον Αμερικανικό Στρατό και το σύνολο των μετέπειτα συμμαχικών χωρών και έχει δει εκτεταμένη δράση σε όλα τα πεδία των μαχών έκτοτε, ενώ συνεχίζει να υπηρετεί ως όπλο πρώτης γραμμής.
Το μοναδικό του μειονέκτημα είναι το βάρος του που φτάνει τα 38 κιλά. Για αυτό το λόγο υιοθετήθηκε ένα μοντέλο με ελαφριά κάννη, ενώ αυτή τη στιγμή βρίσκεται υπό ανάπτυξη μια έκδοση που θα ζυγίζει έως 30% λιγότερο.
Το M2 συνεχίζει ως τις μέρες μας να είναι όπλο πρώτης γραμμής και στη χώρα μας, αναλαμβάνοντας μια ποικιλία ρόλων όπως αντιαεροπορική κάλυψη, πυρά υποστήριξης κτλ.
To παρόν άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στις 22 Μαΐου 2018